- ἀμέτρῳ
- ἄμετροςwithoutmasc/fem/neut dat sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
.αμέτρῳ — ἀμέτρῳ , ἄμετρος without masc/fem/neut dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Κορυδαλλεύς, Θεόφιλος — (Αθήνα 1570 – 1646). Φιλόσοφος και κληρικός. Το αρχικό του επώνυμο ήταν Σκορδαλλός, ενδεικτικό της καταγωγής του από τον ομώνυμο –τότε– αθηναϊκό συνοικισμό, τον σημερινό Κορυδαλλό. Σπούδασε στην Αθήνα, αργότερα στο, υπό παπικό έλεγχο, Ελληνικό… … Dictionary of Greek